Ένα από τα βασικότερα προβλήματα που καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε στον οδοντιατρικό ασθενή είναι η τερηδόνα των δοντιών. Με τον όρο αυτό περιγράφεται η διάβρωση των σκληρών οδοντικών ιστών (αδαμαντίνη & οδοντίνη) από τα οξέα που παράγουν τα μικρόβια της στοματικής κοιλότητας. Ειδικότερα, ένα βακτηρίδιο (S. mutans), που βρίσκεται στο στόμα μας, έχει «αδυναμία» στους ζυμώσιμους υδατάνθρακες και κυρίως στη ζάχαρη. Όταν τρώμε τροφές που περιέχουν τέτοια συστατικά, το βακτηρίδιο αυτό τα προσλαμβάνει, τα μεταβολίζει και παράγει γαλακτικό οξύ, το οποίο απελευθερώνεται μέσα στο στόμα μας. Το περιβάλλον γίνεται όξινο (πτώση του pH) και ευνοείται η διαλυτοποίηση των ανοργάνων συστατικών της αδαμαντίνης και της οδοντίνης. Με αυτό τον τρόπο πραγματοποιείται η διάβρωση των δοντιών που περιγράφεται ως τερηδόνα.
Η τερηδόνα κάνει την εμφάνισή της με τη μορφή λευκών κηλίδων στην επιφάνεια των δοντιών. Σε αυτό το στάδιο, οι βλάβες είναι αντιστρεπτές. Με καλή στοματική υγιεινή, χρήση φθοριούχων σκευασμάτων και έλεγχο των διατροφικών συνηθειών είναι δυνατόν να αναχαιτιστεί η βλάβη. Το στάδιο αυτό είναι ασυμπτωματικό και μόνο με τον προληπτικό έλεγχο και την λεπτομερή κλινική εξέταση από τον οδοντίατρο είναι δυνατόν να εντοπιστεί.
Εάν η βλάβη προχωρήσει και η διάβρωση προχωρήσει στα βαθύτερα στρώματα των σκληρών ιστών, θα σχηματιστεί κοιλότητα. Η κοιλότητα αυτή αποικίζεται από μικρόβια τα οποία επιτείνουν το πρόβλημα και επιταχύνουν την εξέλιξη της βλάβης. Το στάδιο αυτό είναι αρχικά ασυμπτωματικό και εάν δεν προσέλθει κάποιος στον οδοντίατρο για έλεγχο, δύσκολα θα αντιληφθεί το πρόβλημα.
Μεγαλώνοντας η βλάβη και προχωρόντας στα βαθύτερα στρώματα των σκληρών ιστών, είναι δυνατόν να υπάρχει ευαισθησία σε θερμικά ερεθίσματα (ζεστό-κρύο) και στα γλυκά (σοκολάτα, σιρόπι). Αυτό οφείλεται στην έκθεση της οδοντίνης στο στοματικό περιβάλλον, η οποία μεταφέρει ερεθίσματα στον πολφό του δοντιού (νεύρο).
Σε αυτό το στάδιο αρκετοί ασθενείς προσέρχονται στο οδοντιατρείο αναφέροντας αυτή τη συμπτωματολογία.
Ο οδοντίατρος εξετάζοντας τον ασθενή, βρίσκει αυτές τις κοιλότητες τις οποίες πρέπει και να αποκαταστήσει. Αφαιρεί από το εσωτερικό τους τα μικρόβια και όλα τα διαβρωμένα τμήματα του δοντιού. Όταν πλέον το δόντι είναι καθαρό ο χώρος που έχει προκύψει πρέπει να γεμίσει με κάποιο υλικό, ώστε να αποκατασταθεί η ανατομικότητα (σχήμα) και η λειτουργικότητα του δοντιού. Όταν η βλάβη είναι μικρή, τοποθετούμε το υλικό άμεσα, στην ίδια συνεδρία και το δόντι αποκαθίσταται με μία έμφραξη (σφράγισμα).
Δυστυχώς υπάρχουν και ασθενείς που αψηφούν τα συμπτώματα αυτά και η βλάβη προχωράει μέχρι τον πολφό με αποτέλεσμα να απαιτούνται πιο πολύπλοκες θεραπείες.